Για την ερμηνεία των ονείρων πολλές είναι οι θεωρίες που αναπτυχθήκαν, ειδικά στον χώρο της ψυχανάλυσης. Εντούτοις, η θεωρία του Φρόιντ για την ανάλυση των ονείρων υπερίσχυσε. Παρόλο που το βιβλίο του «Η Ερμηνεία των Ονείρων» εκδόθηκε το 1899, ο Φρόιντ προτίμησε να γραφτεί η χρονολογία 1900, θέλοντας έτσι το βιβλίο του να σημαδέψει την εισαγωγή στον 20ο αιώνα. Το έργο αυτό θεωρείται από πολλούς ωs η πιο σημαντική δουλειά του Φρόιντ, καθώς επίσης και η αφετηρία για την θεωρία της ψυχανάλυσης και του ασυνειδήτου.
Ο Φρόιντ χαρακτήρισε τα όνειρα ως τον βασιλικό δρόμο προς το ασυνείδητο. Για τον ίδιο τα όνειρα αντιπροσωπεύουν εκπληρωμένες επιθυμίες (στις πλείστες φορές ασυνείδητες). Η επιθυμία είναι η κινητήρια δύναμη για την δημιουργία των ονείρων. Ωστόσο, οι επιθυμίες αυτές είναι δύσκολο να διαπιστωθούν καθώς είναι καλά μεταμφιεσμένες μέσα από διάφορους μηχανισμούς. Οι επιθυμίες στα όνειρα είναι πιο εύκολο να τις εντοπίσουμε σε όνειρα παιδιών, των οποίων τα όνειρα τις πλείστες φορές παρουσιάζουν ξεκάθαρα τις επιθυμίες τους εκπληρωμένες και αυτό διότι οι ψυχικές διαδικασίες στα παιδιά δεν είναι τόσο περίπλοκες όπως στους ενήλικες. Υπάρχουν φυσικά και εξαιρέσεις τόσο στα παιδιά που μπορεί να παρουσιάσουν περίπλοκα όνειρα αλλά και σε ενήλικες οι οποίοι μπορεί να δουν όνειρα ξεκάθαρα με βρεφικό χαρακτήρα. των οποίων οι επιθυμίες παρουσιάζονται καθαρά στο όνειρο.
Ο Φρόιντ είπε για τα όνειρα ότι είναι σημαντικό να διαχωρίσουμε το όνειρο στο εμφανές περιεχόμενο (manifest content), και το κρυμμένο περιεχόμενο (latent content). Το εμφανές περιεχόμενο είναι το όνειρο που θυμόμαστε όταν ξυπνήσουμε και είναι ένα καλά μεταμφιεσμένο παράγωγο του κρυμμένου περιεχομένου το οποίο περιεχόμενο αντιπροσωπεύει τις ασυνείδητες σκέψεις και επιθυμίες. Αφού αυτές οι ασυνείδητες σκέψεις και επιθυμίες είναι απαγορευμένες, θα περάσουν από αυτό που ο Φρόιντ ονόμασε λογοκρισία, θα διαστρεβλωθούν για να μην είναι κατανοητές (ακόμη και στα όνειρα) και θα πάρουν την μορφή του ονείρου που ξέρουμε.
Έτσι όταν ο Φρόιντ αμφισβητήθηκε για την θέση του ότι τα όνειρα αφορούν επιθυμίες με επιχείρημα ότι ορισμένα όνειρα δεν είναι καθόλου ευχάριστα, ανάφερε απλά ότι ο λόγος για αυτά τα δυσάρεστα όνειρα είναι αποτέλεσμα τής λογοκρισίας. Τις πλείστες φορές το τι παρουσιάζεται στα όνειρα μας δεν έχει σχέση με αυτό που μπορεί η λογική μας να συμπεράνει. Αν προσπαθήσουμε να βγάλουμε συμπεράσματα απλά με το τι μας παρουσιάζεται στα όνειρα μας(εμφανές περιεχόμενο), το πιο πιθανό είναι να καταλήξουμε σε μια λανθασμένη εικόνα από αυτή που πιθανό να υπάρχει στο κρυμμένο περιεχόμενο.
Το όνειρο χρησιμοποιεί διαφόρους μηχανισμούς για να διαστρεβλώσει το ασυνείδητο περιεχόμενο, οι κυριότεροι των οποίων είναι:
- Συμπύκνωση (condensation). Ένα αντικείμενο στο όνειρο μπορεί να έχει σύνδεση με πολλές και διάφορες σκέψεις, ιδέες, και επιθυμίες. Γι’αυτό όπως αναφέρει ο Φρόιντ (1900) τα περιεχόμενα των ονείρων είναι σύντομα, λιγοστά, και λακωνικά σε σύγκριση με την εμβέλεια και πληθώρα των ασυνειδήτων περιεχομένων του ονείρου.
- Εκτόπισμα (displacement). Αδιάφορα πρόσωπα ή αντικείμενα μπορεί να παρουσιαστούν στο όνειρο τα οποία απλά αποτελούν έναν εκτοπισμό του ατόμου ή του αντικειμένου που παρουσιάζεται στο κρυμμένο (ασυνείδητο) περιεχόμενο.
- Αντιπροσώπευση (representation). Σκέψεις και ιδέες μεταφράζονται σε εικόνες που αποτελούν τα όνειρα μας.
- Συμβολισμός (symbolism). Διάφορα σύμβολα στα όνειρα μπορεί να αντικαθιστούν άτομα, ιδέες, πράξεις ή σκέψεις.
Στην θεραπεία ο Φρόιντ χρησιμοποιούσε τα όνειρα των πελατών του με τον ίδιο τρόπο που χειριζόταν τα συμπτώματα τους. Με την παρουσίαση κάποιου ονείρου από τον αναλυόμενο, ο Φρόιντ του ζητούσε να πει οποιεσδήποτε σκέψεις και συναισθήματα μπορούσε να συνδέσει εκείνη τη στιγμή. Με αυτό τον τρόπο ο Φρόιντ έφτασε πολλές φορές σε συμπέρασμα για το τι περιέχει το κρυμμένο περιεχόμενο των αναλυόμενων του.
Στη ψυχανάλυση σήμερα η τεχνική για την ερμηνεία των ονείρων λίγο έχει αλλάξει από αυτήν που έθεσε ο Φρόιντ. Ωστοσο καποιες σχολες εχουν παει ένα βήμα πιο περα. Η σχολη του Modern Psychoanalysis έχει θέσει ερωτήματα κατά πόσο η τεχνική του Φρόιντ στην ποια οι συνδέσεις που κάνει ο αναλυόμενος μπορούν να μας οδηγήσουν εξολοκλήρου στο ασυνείδητο. Οι συνδέσεις του αναλυόμενου έχουν να κάνουν με τις δικές του συνειδητές σκέψεις, αναμνήσεις και συναισθήματα. Τι γίνετε όμως με κάποιο όνειρο το περιεχόμενο του οποίου έχει σχέση με βρεφικές εμπειρίες, στις οποίες δεν υπήρχε ακόμη αναπτυχθεί ο λόγος? Πως μπορούν αυτές οι εμπειρίες να ρηματοποιηθούν από τον αναλυόμενο αφού οι λέξεις απλά δεν υπήρχαν? Η σχολή του Modern Psychoanalysis αναφέρει ότι τέτοια όνειρα αντιπροσωπεύουν αυτό το οποίο δεν έχει οργανωθεί σε γλώσσα. Οι Spotnitz & Meadow (1995) αναφέρουν ότι για να μάθουμε περισσότερα για τα βαθιά στρώματα του ασυνειδήτου χρησιμοποιούμε το εμφανές περιεχόμενο του ονείρου σε συμβολικό επίπεδο, αφού οι συνδέσεις που μπορεί να κάνει ο αναλυόμενος είναι περιορισμένες σε αυτό που θέλει ο αναλυόμενος να ανακαλύψει και να φέρει στην συνείδηση. Οι ψυχαναλυτές του Modern Psychoanalysis θεωρούν χρησιμότερο να αντιληφθούν το εμφανές περιεχόμενο του ονείρου ως μια συμβολική έκφραση του ασυνειδήτου νοήματος στο οποίο πρωταρχικές φαντασιώσεις αναμένουν την οργάνωση τους σε γλώσσα.